- ἐβλήθην
- ἐβλήθην s. βάλλω.
Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.
Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.
ἐβλήθην — βάλλω throw aor ind pass 3rd pl (epic doric aeolic) βάλλω throw aor ind pass 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)